Κυριακή 5 Φεβρουαρίου 2017

Ο Άρειος Πάγος «πάγωσε» την περαιτέρω μείωση των αποδοχών των εργαζομένων σε ΔΕΚΟ και ΝΠΙΔ

Ο Άρειος Πάγος με την υπ΄ αριθμ. 113/2017 απόφασή του δεν επέτρεψε την περαιτέρω μείωση των αποδοχών των εργαζομένων στις ΔΕΚΟ και τα λοιπά Νομικά Πρόσωπα Ιδιωτικού Δικαίου του ευρύτερου δημόσιου τομέα που προέβλεψε ο νόμος 4354/2015 και δικαίωσε εργαζομένους στη Δημοτική Επιχείρηση Ύδρευσης-Αποχέτευσης Ξάνθης.



Ειδικότερα, με τον νόμο 4024/2011 είχε καθιερωθεί ένα νέο ενιαίο μισθολόγιο για τους δημοσίους υπαλλήλους, που προέβλεπε εκτεταμένες μειώσεις αποδοχών, ενώ οι ΔΕΚΟ και τα λοιπά Νομικά Πρόσωπα Ιδιωτικού Δικαίου του Δημοσίου και των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης, υποχρεώθηκαν να μειώσουν το μέσο μισθολογικό κόστος τους κατά ποσοστό 35%, σε σχέση με το μισθολογικό κόστος που είχαν κατά το έτος 2009.


Οι περικοπές αυτές προβλέφθηκε να γίνουν σταδιακά. Έτσι περικοπές που δεν ξεπερνούσαν το 25% των αποδοχών του Οκτωβρίου 2011 έγιναν αμέσως ενώ οι περαιτέρω περικοπές επρόκειτο να πραγματοποιηθούν ισόποσα τα επόμενα δύο έτη (2012 και το 2013).
Οι εργαζόμενοι στις ΔΕΚΟ που είχαν υποστεί περικοπή 25% του μισθού τους συνέχισαν να λαμβάνουν, προσωρινά μέχρι και το 2013, όπως προβλέφθηκε αρχικά, ένα επί πλέον ποσό, το οποίο στην πράξη επικράτησε (αδόκιμα φυσικά) «υπερβάλλουσα μείωση».
Αναλυτικότερα, με τον νόμο 4093/2012, οι περαιτέρω περικοπές των αποδοχών ανεστάλησαν μέχρι την 31.12.2016 και έτσι οι εργαζόμενοι συνέχισαν να λαμβάνουν το επιπλέον ποσό («υπερβάλλουσα μείωση») και μετά το 2013. Όμως, με τον ίδιο νόμο υπήχθησαν τελικά στο ενιαίο μισθολόγιο και οι ΔΕΚΟ και τα λοιπά Νομικά Πρόσωπα Ιδιωτικού Δικαίου.

Και ενώ αναμενόταν ότι και μετά την υπαγωγή στο ενιαίο μισθολόγιο οι εργαζόμενοι θα συνέχιζαν να λαμβάνουν κανονικά την «υπερβάλλουσα μείωση», το Γενικό Λογιστήριο υποχρέωσε με εγκύκλιό του τις διοικήσεις των ΔΕΚΟ και των λοιπών ΝΠΙΔ να προβούν σε εκ νέου περικοπές αποδοχών μέχρι 25%.

Κατά συνέπεια, οι εργαζόμενοι που είχαν ήδη υποστεί μείωση των αποδοχών τους κατά 25% τον Νοέμβριο του 2011, έγινε τον Ιανουάριο του 2013 εκ νέου περικοπή αποδοχών τους μέχρι και το 25% των αποδοχών που ελάμβαναν τον Δεκέμβριο του 2012. Δηλαδή, τον Οκτώβριο του 2011 ένας εργαζόμενος στον ευρύτερο δημόσιο τομέα που ελάμβανε τον ίδιο μισθό με έναν εργαζόμενο στον στενό δημόσιο τομέα, κατ’ εφαρμογή της εγκυκλίου του ΝΣΚ, από τον Ιανουάριο του 2013 θα ελάμβανε πολύ μικρότερο μισθό.

Στο μεταξύ, το 2014 οι μειώσεις των αποδοχών που επιβλήθηκαν με την εν λόγω εγκύκλιο του ΓΛΚ κρίθηκαν παράνομες από την Ολομέλεια του Ελεγκτικού Συνεδρίου, ενώ είχαν προηγηθεί και αποφάσεις πολιτικών δικαστηρίων.

Στη συνέχεια, με το Ν. 4354/2015 προβλέφθηκε ότι ειδικά για τους εργαζομένους των ΔΕΚΟ και των ΝΠΙΔ του Δημοσίου και των ΟΤΑ, η αναστολή που είχε δοθεί το 2012 με τον Ν. 4093/2012 «ισχύει από 1.1.2013». Έτσι, τροποποιήθηκε εκ των υστέρων η αναστολή που είχε χορηγηθεί στο παρελθόν από τον νομοθέτη, με συνέπεια περαιτέρω περικοπές στις αποδοχές των εργαζομένων.

Ο ‘Αρειος Πάγος συντασσόμενος με την Ολομέλεια του Ελεγκτικού Συνεδρίου, έκρινε ότι οι περικοπές πέραν του 25% των αποδοχών δεν είναι νόμιμες, καθώς ο νομοθέτης δικαιούται μεν κατ’ αρχήν να θεσπίζει αναδρομικές ρυθμίσεις, όταν η ευχέρειά του αυτή δεν περιορίζεται ευθέως από το Σύνταγμα και η ευχέρεια του νομοθέτη έχει όρια, τα οποία ελέγχονται από τα δικαστήρια, ενώ οι αναδρομικές ρυθμίσεις δεν επιτρέπεται να θίγουν τελεσίδικες δικαστικές αποφάσεις.

Ακόμα, αναφέρει η αρεοπαγιτική απόφαση ότι η αναδρομική ρύθμιση του νόμου δεν επιτρέπεται να προσκρούει σε άλλες συνταγματικές διατάξεις, όπως η αρχή της ισότητας και το δικαίωμα της ιδιοκτησίας (άρθρα 4 και 17 του Συντάγματος) ή της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ).


Παράλληλα, οι δικηγόροι Δημήτριος Βασιλείου και Σπύρος Μπαλατσούκας που εκπροσώπησαν στον Άρειο Πάγο την Πανελλήνια Ομοσπονδία Εργαζομένων ΔΕΥΑ (η οποία είχε ασκήσει πρόσθετη παρέμβαση υπέρ των εργαζομένων) σε δήλωσή τους χαρακτηρίζουν την επίμαχη απόφαση «πολύ σημαντική, καθώς ξεκαθαρίζει πολλά σημαντικά νομικά ζητήματα, που ανέκυψαν από εγκύκλιο του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, καθώς ερμήνευσε (το ΓΛΚ) εσφαλμένα τον νόμο και ενέμεινε στην εφαρμογή της εγκυκλίου που το ίδιο εξέδωσε, ακόμη και αφού το σφάλμα του είχε επισημανθεί με πολλές αποφάσεις πολιτικών δικαστηρίων, αλλά και από την Ολομέλεια του Ελεγκτικού Συνεδρίου».